Αρχ. χώρος των Φιλίππων

Ο αρχαιολογικός χώρος των Φιλίππων βρίσκεται σε πεδιάδα ανάμεσα στην οροσειρά του Ορβήλου στα βόρεια, το όρος Παγγαίο στα νοτιοδυτικά και το όρος Σύμβολο στα ανατολικά. Η εύφορη σήμερα αυτή πεδιάδα στην αρχαιότητα ήταν καλυμμένη με έλη, τα οποία σταδιακά αποξηράνθηκαν. Η ιστορία του τόπου ξεκινά το 360 π.Χ., όταν άποικοι από τη Θάσο ίδρυσαν στη θέση αυτή την πόλη των Κρηνίδων, η οποία πήρε το όνομά της από τις πολλές πηγές που βρίσκονταν εκεί. Η θέση της πόλης ήταν στρατηγική, καθώς ήλεγχε το στενό πέρασμα ανάμεσα στα βουνά και τα έλη, που οδηγούσε από το λιμάνι της Νεάπολης (σημ. Καβάλα) στο εσωτερικό της Θράκης. Επιπλέον, οι κάτοικοι της μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τα αγροτικά πλεονεκτήματα της πεδιάδας, την άφθονη ξυλεία των βουνών και κυρίως τα πλούσια κοιτάσματα χρυσού και αργύρου της περιοχής.

Όμως η ζωή των Κρηνίδων ως αυτόνομης πόλης ήταν πολύ σύντομη. Τέσσερα μόλις χρόνια μετά την ίδρυσή της, οι κάτοικοί της αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη βοήθεια του βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππου Β΄, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την απειλή των τοπικών θρακικών φύλων. Ο Φίλιππος χρησιμοποίησε την πρόσκληση για να επεκτείνει το βασίλειό του στη Θράκη και για να πάρει υπό τον έλεγχό του τα μεταλλεύματα της περιοχής. Το 356 π.Χ. κατέλαβε την πόλη και εγκατέστησε αποίκους σε αυτήν, από τους οποίους η πόλη έλαβε το νέο της όνομα: Φίλιπποι (οι άποικοι του Φιλίππου). Λίγα πράγματα γνωρίζουμε για την πόλη αυτής της εποχής, αφού η μεγάλη ακμή που γνώρισε η πόλη κατά τη ρωμαϊκή περίοδο σχεδόν εξαφάνισε τα ίχνη των παλαιότερων φάσεων. Πέρα από τμήματα του θεάτρου και ένα μικρό ναό-Ηρώο, τα οποία χρονολογούνται στην ύστερη κλασική περίοδο, το σημαντικότερο κατάλοιπο από την πόλη του Φιλίππου είναι τα τείχη με τα οποία ο βασιλιάς οχύρωσε τον οικισμό, τα οποία περιέκλειαν την ακρόπολη, τη νότια πλαγιά του λόφου της ακρόπολης και ένα τμήμα της πεδιάδας, η οποία προσφέρονταν για κατοίκηση και ανάπτυξη δημόσιων χώρων.

Επόμενος σταθμός για την ιστορία των Φιλίππων στάθηκε η μεγάλη μάχη που δόθηκε το 42 π.Χ. έξω από την πόλη, ανάμεσα στις ρωμαϊκές στρατιές των Βρούτου και Κάσσιου από τη μία, και του Αντώνιου και Οκταβιανού από την άλλη. Οι δύο πρώτοι ήταν οι ηγέτες της συνομωσίας που οδήγησε στη δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα το 44 π.Χ., υπερασπιζόμενοι τη ρωμαϊκή δημοκρατία. Παρά τη δολοφονία του δικτάτορα όμως, οι συνωμότες δεν μπόρεσαν να επιβάλουν τη δημοκρατία στη Ρώμη˙ αντί αυτού προκλήθηκε εμφύλιος πόλεμος. Οι Βρούτος και Κάσσιος κατέφυγαν στην ανατολή, ενώ οι  υποστηρικτές του Καίσαρα, Αντώνιος και Οκταβιανός, αφού κατέστειλαν κάθε αντίσταση της ρωμαϊκής συγκλήτου, στράφηκαν κατά των συνωμοτών. Στη μάχη που δόθηκε έξω από τους Φιλίππους, κερδισμένοι βγήκαν οι Αντώνιος και Οκταβιανός, κάτι που σηματοδότησε την πορεία που πήρε το ρωμαϊκό κράτος προς τη μονοκρατορία του Οκταβιανού (γεγονός που επισφραγίστηκε σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα με τη νίκη του τελευταίου επί του Αντωνίου στη ναυμαχία του Ακτίου).

Μετά τη μάχη των Φιλίππων, οι νικητές εγκατέστησαν στην πόλη Ρωμαίους βετεράνους από τις λεγεώνες που είχαν λάβει μέρος στον αγώνα. Η επικράτεια της πόλης χωρίστηκε σε κλήρους και μοιράστηκε στους Ρωμαίους και Ιταλούς αποίκους, ενώ προς ενίσχυση των Φιλίππων άλλες μικρότερες γειτονικές πόλεις έχασαν την αυτονομία τους και παραχώρησαν το έδαφός τους στην αποικία. Στην ίδια την πόλη, παρόλο που δεν σημειώθηκαν αλλαγές στην έκταση ή το σχεδιασμό της (η ρωμαϊκή πόλη παρέμεινε μικρή σχετικά, εντός των τειχών που είχε θεμελιώσει ο Φίλιππος Β΄ τον 4ο αιώνα), εκτελέστηκαν πολλά οικοδομικά προγράμματα που κατέστησαν τους Φιλίππους ένα πολυτελές αστικό κέντρο της ανατολής. Η Εγνατία οδός που κατασκευάστηκε τον 2ο αιώνα π.Χ. από τους Ρωμαίους στη θέση της Μακεδονικής βασιλικής οδού, περνούσε μέσα από την πόλη (Decumanus maximus). Πλάι σε αυτόν τον κεντρικό δρόμο ιδρύθηκε η καινούργια (πολιτική) αγορά της πόλης (forum) σύμφωνα με τα ρωμαϊκά πρότυπα: γύρω από την κεντρική πλατεία κατασκευάστηκαν κτίρια διοικητικού ή λατρευτικού χαρακτήρα όπως η Curia, ο ναός της αυτοκρατορικής λατρείας, το αρχείο, η βιβλιοθήκη, το βήμα για τους ρήτορες κ.α., και νότια αυτής χτίστηκαν η εμπορική αγορά (macellum) και η παλαίστρα. Το παλιό θέατρο ανακαινίστηκε και η πόλη κοσμήθηκε με δημόσια λουτρά. Τα λουτρά και οι κρήνες της πόλης τροφοδοτούνταν με νερό που έφερνε στην πόλη υδραγωγείο που κατασκευάστηκε αυτήν την περίοδο.

Η ρωμαϊκή αποικία των Φιλίππων και το λιμάνι της, η Νεάπολη,  εξελίχθηκε σε σημαντικό αστικό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου. Η συνύπαρξη Ελλήνων, Ρωμαίων και Θρακών, και η επαφή της πόλης μέσω της Εγνατίας οδού και του λιμανιού της με τον υπόλοιπο κόσμο, δημιούργησε στους Φιλίππους έναν κοσμοπολίτικο χαρακτήρα ο οποίος αντικατοπτρίζεται με τον καλύτερο τρόπο στις θρησκευτικές πεποιθήσεις και πρακτικές που απαντούν στην πόλη αυτήν την περίοδο. Τοπικές θεότητες, όπως η Άρτεμις, λατρεύονταν μαζί με ρωμαϊκές (Σιλβανός) ή αιγυπτιακές.  Επιπλέον στην πόλη υπήρχε εβραϊκή κοινότητα και Συναγωγή.

Αυτήν την πολυπολιτισμική πόλη επέλεξε ο Απόστολος Παύλος ως πρώτο σταθμό στο ταξίδι του στην Ελλάδα το 49 μ.Χ. Αναχωρώντας από την Τρωάδα και με ενδιάμεση στάση στη Σαμοθράκη, έφτασε στη Νεάπολη και από εκεί στους Φιλίππους, όπου ίδρυσε την πρώτη χριστιανική κοινότητα της Ευρώπης. Ο Παύλος διατήρησε στενές επαφές με τη χριστιανική κοινότητα της πόλης, όπως συμπεραίνουμε από την επιστολή του προς τους Φιλιππησίους και από τις δύο επισκέψεις που πραγματοποίησε αργότερα στην πόλη. Ο πρώτος χριστιανικός ευκτήριος οίκος των Φιλίππων ήταν αφιερωμένος στον Παύλο, ο οποίος αργότερα αντικαταστάθηκε από μεγάλο οκταγωνικό ναό. Πέραν του οκταγώνου, τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους κατασκευάστηκαν στην πόλη πολλές εκκλησίες, η αρχιτεκτονική και πολυτέλεια των οποίων συναγωνίζονταν πρωτοκλασάτα κτίρια της Θεσσαλονίκης ή της πρωτεύουσας Κωνσταντινούπολης. Αυτή είναι η περίπτωση, για παράδειγμα, της λεγόμενης Βασιλικής Β, το σχέδιο και ο διάκοσμος της οποίας φανερώνει έντονη συγγένεια με το ναό της Αγίας Ειρήνης και της Αγίας  Σοφίας της Κωνσταντινούπολης.

Μετά το τέλος του 6ου αιώνα μ.Χ. η πόλη εμφανίζει στοιχεία παρακμής. Δεν αναγείρει καινούργια κτίρια και δεν έχει την οικονομική ευχέρεια ούτε να ανακαινίσει τα παλαιά. Επιπλέον οι σλαβικές επιδρομές ωθούν τον πληθυσμό να μετακινηθεί στα ορεινά ή σε μεγαλύτερες πόλεις. Μετά τον 7ο αιώνα η πόλη έχασε τη σημασία της ως θρησκευτικό, διοικητικό και οικονομικό κέντρο και στα βυζαντινά χρόνια επιβίωσε μόνο ως φρούριο. Η πόλη ερημώθηκε ολοκληρωτικά με την οθωμανική κατάκτηση τον 14ο αιώνα και η πόλη μεταμορφώθηκε σταδιακά σε ερειπιώνα. Το 1914 ξεκίνησαν οι πρώτες ανασκαφές στο χώρο από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή της Αθήνας, ενώ μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο διενεργούν επίσης ανασκαφικές έρευνες η Αρχαιολογική Εταιρεία, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και η Αρχαιολογική Υπηρεσία, η οποία έχει και την ευθύνη των εργασιών αποκατάστασης των μνημείων.

Κύριοι παράγοντες φθοράς των μνημείων του αρχαιολογικού χώρου αποτελούν το μικροκλίμα της περιοχής, το οποίο χαρακτηρίζεται από έντονη υγρασία, παγετούς και αυξομείωση της θερμοκρασίας, τα ακραία καιρικά φαινόμενα (πλημμύρες, χιονοπτώσεις) και η βλάστηση, η οποία αναπτύσσεται ταχύτατα στην υγρή πεδιάδα των Φιλίππων. Αυτά τα φαινόμενα διασπούν τη συνοχή της μαρμάρινης τοιχοποιίας και εξασθενούν την αντοχή των κονιαμάτων των κτιρίων. Πέραν των μνημείων, η υψηλή υγρασία που χαρακτήριζε την περιοχή λόγω των ελών που υπήρχαν στην πεδιάδα των Φιλίππων, θα πρέπει να ταλαιπωρούσε και τους αρχαίους κατοίκους της πόλης.

Πηγές

Χ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη και Χ. Μπακιρτζής, Φίλιπποι, Αθήνα 2009,

Ch. Koukouli-Chrysanthaki, Philippi, στο R. Lane Fox (επιμ.), Brill’s companion to ancient Macedon. Studies in the Archaeology and history of Macedon, 650 BC-300 AD, Leiden-Boston 2011, 437-452,

M. Sève et P. Weber, Guide du forum de Philippes, Athènes 2012,

M. Sève, 1914-2014. Φίλιπποι, 100 χρόνια γαλλικών ερευνών, Αθήνα 2014.

Λοιπές μελέτες περίπτωσης

Ο αρχαιολογικός χώρος των Φιλίππων εντάχθηκε στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 2016.

Αποθετήριο: Σύνδεσμος