Αρχ. χώρος Δελφών

Ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών υπήρξε ιερό του Απόλλωνα και το σημαντικότερο μαντείο του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση ο ίδιος ο θεός κατέβηκε στη γη αναζητώντας τόπο για να ιδρύσει το πρώτο μαντείο, και αφού περιπλανήθηκε στην κεντρική Ελλάδα κατέληξε στους Δελφούς. Ο χώρος όμως καταλαμβάνονταν από άλλες θεότητες, όπως η Γαία και ο Ποσειδών, και φυλάσσονταν από ένα φίδι, τον Πύθωνα. Ο Απόλλων σκότωσε το φίδι και έγινε κυρίαρχος του τόπου. Ο μύθος αντανακλά πιθανότατα την ιστορική πραγματικότητα της αντικατάστασης παλαιών θρησκευτικών αντιλήψεων σχετικών με τη λατρεία της γης, από τη λατρεία των Ολύμπιων θεών.

Σε ότι αφορά στην ονοματολογία, ο τόπος αρχικά ονομαζόταν Πυθώ (έτσι τον ονομάζει ο Όμηρος). Η λέξη σημαίνει «προκαλώ αποσύνθεση», κατά την παράδοση την αποσύνθεση του νικημένου φιδιού (The Online Liddell-Scott-Jones Greek-English Lexicon, Πῡθώ). Μετά την επικράτηση του Απόλλωνα ο θεός ονομάστηκε Πύθιος, η ιέρειά του Πυθία και οι εορτές του Πύθια (τα). Η ονομασία Δελφοί προέρχεται από τη λέξη δελφύς, που σημαίνει κοιλότητα (The Online Liddell-Scott-Jones Greek-English Lexicon, Δελφύς), και πιθανόν υποδηλώνει πρώιμη λατρεία της Γαίας στη θέση.

Οι παραπάνω ονομασίες συνάδουν με την παράδοση των Δελφών, σύμφωνα με την οποία έναυσμα για την ίδρυση του μαντείου στάθηκε φυσικό χάσμα στην περιοχή που ανέδιδε αέρια, τα οποία η Πυθία, κατά τη διάρκεια της χρησμοδοσίας, εισέπνεε, έπεφτε σε κατάσταση έκστασης και έβγαζε άναρθρες κραυγές. Νεότερες γεωλογικές έρευνες στα πετρώματα κάτω από το ναό του Απόλλωνος, εντόπισαν ίχνη ήπιων παραισθησιογόνων αερίων, τα οποία έφθαναν και αναδύονταν στο συγκεκριμένο σημείο με τα νερά των πηγών της περιοχής. Έτσι, οι αναφορές για τον τρόπο της χρησμοδοσίας, φαίνεται να τεκμηριώνονται και επιστημονικά.

Οι Δελφοί αναπτύχθηκαν αμφιθεατρικά πάνω σε απότομη πλαγιά, σε υψόμετρο 530-600 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, με θέα την κοιλάδα της Ιτέας (το αρχαίο Κρισσαίο πεδίο), τον Κορινθιακό κόλπο και τα βουνά της βόρειας Πελοποννήσου. Το ιερό, αλλά και η πόλη των Δελφών, χτίστηκαν στη ρίζα πανύψηλων και απότομων βράχων, τις Φαιδριάδες. Το κυρίως ιερό βρίσκονταν περίπου στο μέσον του χώρου και το περιέτρεχε περίβολος.

Το ιερό αποτελούνταν από 30 περίπου μνημεία χτισμένα κατά τους Αρχαϊκούς, Κλασικούς και Ελληνιστικούς χρόνους. Στο μέσον του ιερού βρίσκονταν ο ναός του Απόλλωνα, και γύρω του διασκορπισμένοι  οι θησαυροί (δηλαδή μικρά ναόσχημα κτίρια των ελληνικών πόλεων-κρατών που στέγαζαν τις αφιερώσεις τους στο ιερό), στοές, και άλλα αναθήματα. Στους ελληνιστικούς χρόνους, βόρεια του ναού του Απόλλωνα κατασκευάστηκε το θέατρο, και εκατέρωθεν του ναού η στοά των Αιτωλών και η στοά του Αττάλου. Την ίδια περίοδο, βορειοδυτικά και εκτός του ιερού, κατασκευάστηκε το στάδιο, το οποίο τον 2ο αι. μ.Χ. ανακαινίστηκε με δωρεά του Αθηναίου Ηρώδη του Αττικού. Νότια, κάτω από το σημερινό δρόμο που διασχίζει το χώρο, βρίσκονταν το ιερό της Αθηνάς Προναίας, η Θόλος (ένα ιδιαίτερο κυκλικό κτίσμα που χτίστηκε τον 4ο αι. π.Χ.), και το Γυμνάσιο.

Κατά τη μυκηναϊκή περίοδο οι Δελφοί ήταν ένα χωριό, το οποίο κατοικούνταν ήδη από τα τέλη του 16ου αι. π.Χ. Γύρω στο 800, εμφανίζονται τα πρώτα χαρακτηριστικά στοιχεία για τη λατρεία του Απόλλωνα, ενώ τον 8ο αι. π.Χ. είναι σίγουρο ότι είχε αναπτυχθεί εντός του οικισμού το ιερό και το μαντείο. Κρίνοντας από τα Ομηρικά έπη, που χρονολογούνται στο β’ μισό του 8ου αιώνα, το μαντείο ήταν τότε ήδη διάσημο. Ωστόσο η μαντική λατρεία εκείνη την πρώιμη περίοδο ήταν ακόμη υπαίθρια.

Η Αρχαϊκή περίοδος (7ος-6ος αι. π.Χ.) ήταν η εποχή της πρώτης μεγάλης ακμής των Δελφών. Τον 7ο αι. ο τόπος συνδέθηκε με την αμφικτυονία (ένωση) των πόλεων-κρατών της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας, τα οποία τότε είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται. Κάποια στιγμή, τα μέλη της αμφικτυονίας μετέφεραν τη φθινοπωρινή τους συνεδρία στους Δελφούς, οι οποίοι σταδιακά μετατράπηκαν στο θρησκευτικό και πολιτικό της κέντρο. Έτσι, πέραν της θρησκευτικής αίγλης τους, οι Δελφοί αναδείχθηκαν και σε πανελλήνιο πολιτικό κέντρο. Αυτή την περίοδο κατασκευάστηκαν τα πρώτα σημαντικά λίθινα μνημεία στο ιερό (π.χ., οι πρώτοι ναοί του Απόλλωνα, o θησαυρός των Σιφνίων, η σφίγγα των Ναξίων), ενώ στις αρχές του 6ου αι. η αμφικτυονία καθιέρωσε την διεξαγωγή των Πυθίων, πανελλήνιας εορτής προς τιμήν του Απόλλωνα που θα γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια, και η οποία θα περιελάμβανε μουσικούς, αθλητικούς και ιππικούς αγώνες.

Η Κλασική περίοδος (5ος-4ος αι. π.Χ.) ήταν η χρυσή εποχή των Δελφών. Μετά τη λήξη των Περσικών πολέμων οι ελληνικές πόλεις-κράτη κόσμησαν το ιερό με λαμπρά κτίρια και αναθήματα, μερικά από τα οποία αποτελούν σημεία αναφοράς της Κλασικής εποχής (π.χ., ο επίχρυσος τρίποδας-προσφορά των Ελλήνων από τη δεκάτη των λαφύρων της μάχης των Πλαταιών το 479 π.Χ., ή ο ηνίοχος των Δελφών). Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτόν τον «παροξυσμό» αναθημάτων έπαιξε η Αθήνα, η οποία έχτισε το θησαυρό και τη στοά της σε περίοπτα σημεία της ιεράς οδού (τον κεντρικό δρόμο που οδηγούσε στο ναό του Απόλλωνα), γεγονός που καταδεικνύει την ισχυρή θέση που απέκτησε μετά τα Περσικά.

Κατά τους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους (3ος π.Χ. – 3ος αι. μ.Χ.) οι Δελφοί χάνουν το πολιτικό κύρος που είχαν αποκτήσει την προηγούμενη περίοδο (ως πανελλήνιο θρησκευτικό και άτυπο πολιτικό κέντρο). Οι πολιτικές αποφάσεις που επηρεάζουν τα τεκταινόμενα της κεντρικής και νότιας Ελλάδας λαμβάνονται πλέον εκτός της περιοχής, σε θέσεις όπου οι Δελφοί έχουν μηδαμινή επιρροή. Το ιερό χρησιμοποιείται από τις νέες πολιτικές δυνάμεις ως τόπος διακήρυξης της υπεροχής τους. Το 168 π.Χ., ο ύπατος Αιμίλιος Παύλος, νικητής στη μάχη της Πύδνας επί του τελευταίου βασιλιά της Μακεδονίας Περσέα, τοποθέτησε πάνω σε ψηλό βάθρο μπροστά από το ναό του Απόλλωνα τον έφιππο αδριάντα του. Το 86 π.Χ., ο Ρωμαίος στρατηγός Σύλλας λόγω των οικονομικών αναγκών που είχε κατά τη διάρκεια του πολέμου του εναντίον του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη, απέσπασε από τους Δελφούς πολλά πολύτιμα αναθήματα. Το 67 μ.Χ., ο Νέρωνας συμμετείχε στην τέλεση των Πυθίων, κατόπιν μοίρασε το Κρισσαίο πεδίο στους στρατιώτες του, και με την αναχώρησή του πήρε μαζί του στη Ρώμη πολλά αναθήματα. Το 84 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Δομιτιανός ανακαίνισε το ναό του Απόλλωνος, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους Δελφούς έδειξε τον 2ο αι. μ.Χ. ο Αδριανός, ο οποίος επισκέφτηκε τον τόπο δύο φορές (125 και 129 μ.Χ.). Αυτή την περίοδο χτίστηκε η λεγόμενη Ρωμαϊκή αγορά και ανακαινίστηκε το στάδιο, μετά από προσφορά του Ηρώδη του Αττικού.

Μετά τον 4ο αι. μ.Χ. το ιερό και το μαντείο δεν λειτουργεί, αλλά στο χώρο υπάρχει ένας ακμάζων οικισμός, με τρεις παλαιοχριστιανικές εκκλησίες με ψηφιδωτά δάπεδα, πολυτελείς επαύλεις με θερμά λουτρά, καθώς και κεραμικά εργαστήρια. Αυτός ο οικισμός επιβίωσε μέχρι τον 7ο αι. Μετά από μικρή διακοπή, ο χώρος επανακατοικήθηκε και επιβίωσε, με το όνομα Καστρί, μέχρι το 1892. Τότε η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή των Αθηνών απαλλοτρίωσε έναντι του ποσού των 750.000 χρυσών γαλλικών φράγκων το χωριό που ήταν χτισμένο πάνω στον αρχαιολογικό χώρο, το οποίο μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση, και ξεκίνησε τη λεγόμενη «μεγάλη ανασκαφή».

Οι αρχαιολογικές έρευνες, οι ιστορικές πηγές, αλλά και η εμπειρία από τη σημερινή εποχή, μας πληροφορούν ότι τέσσερις παράγοντες κλιματικών και φυσικών φαινομένων ταλάνισαν τους Δελφούς καθ’όλη τη διάρκεια της ιστορίας τους: (α) Σεισμοί. Οι Δελφοί επηρεάζονται από το ρήγμα του Κορινθιακού κόλπου και επλήγησαν πολλές φορές από σεισμικές δονήσεις. Χαρακτηριστικό της ανησυχίας των κατοίκων για τους σεισμούς είναι η απεικόνιση του γίγαντα Εγκέλαδου (υπαίτιου σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες για την πρόκληση σεισμών και την έκρηξη ηφαιστείων) στο πώρινο αέτωμα του ναού του Απόλλωνα του 6ου αι. π.Χ. (β) Κατολισθήσεις. Όπως προαναφέρθηκε, οι Δελφοί χτίστηκαν στη ρίζα απότομων βράχων. Είτε λόγω σεισμών, είτε λόγω έντονων καιρικών φαινομένων, τμήματα βράχων κατέρρεαν, προκαλώντας μεγάλες ή μικρές καταστροφές στους Δελφούς. Οι κατολισθήσεις αποτελούσαν το μεγαλύτερο πρόβλημα του χώρου από τη γένεσή του, μέχρι πολύ πρόσφατα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μυκηναϊκός οικισμός των Δελφών καταστράφηκε από εκτεταμένη κατολίσθηση. Οι αρχαιολόγοι αποκάλυψαν τον προϊστορικό οικισμό καλυμμένο από στρώμα λίθων και χώματος πάχους 3 μέτρων. (γ) Γεωλογική σύσταση. Οι Δελφοί είναι χτισμένοι σε κρημνώδη πλαγιά, με εδάφη πολλές φορές σαθρά, λόγω των επαναλαμβανόμενων κατολισθήσεων των υπερκείμενων βράχων. Αυτό, σε συνδυασμό με τους σεισμούς και τα έντονα καιρικά φαινόμενα, προκάλεσε αρκετές φορές καθιζήσεις και μετακινήσεις του εδάφους. (δ) Έντονα καιρικά φαινόμενα. Το κλίμα της περιοχής είναι σαφώς ορεινό. Το χιόνι, ο παγετός, οι χαμηλές θερμοκρασίες και οι έντονες βροχοπτώσεις ήταν και είναι πολύ συχνά φαινόμενα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αυτό, σε συνδυασμό με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, αποτελούσαν (και αποτελούν) σημαντικό παράγοντα διάβρωσης των υλικών καταλοίπων του αρχαιολογικού χώρου.

Πηγές

Ν. Δ. Παπαχατζής, Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Βοιωτικά και Φωκικά, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1981, 283-417,

M. Scott, Delphi: A history of the center of the ancient world, Princeton: Princeton University Press 2014,

Π. Βαλαβάνης, Ιερά και αγώνες στην αρχαία Ελλάδα: Ολυμπία, Δελφοί, Ισθμία, Αθήνα, Αθήνα: Καπόν 2017, 125-219,

Π. Βαλαβάνης,  Οι Δελφοί και το μουσείο τους, Αθήνα: Καπόν 2018.

Λοιπές μελέτες περίπτωσης

Ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών εντάχθηκε στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 1987.

Αποθετήριο: Σύνδεσμος